Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα

Tης Ευφροσύνης Παυλακούδη, 
δημοσιογράφου-information architect

 Μια βδομάδα τώρα κι όλοι ασχολούνται με τη λεγόμενη στροφή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης προς τον λεγόμενο μεσαίο χώρο, τις οικονομικές εξαγγελίες του κ. Τσίπρα στη ΔΕΘ, τις συναντήσεις του με οικονομικούς, θρησκευτικούς και πολιτικούς παράγοντες στο εξωτερικό. Το ερώτημα, όμως, παραμένει: μιλάμε για ρεαλιστική στροφή της Κουμουνδούρου προς στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα ή μήπως για επικράτηση της ιδεοληψίας με επικίνδυνους μαξιμαλισμούς στην αλυσίδα ενός αριστερού λαϊκισμού;

Και για να μην παρεξηγηθώ. Δεν θα έπρεπε να κάνει εντύπωση η ρελάνς παροχολογίας του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη ΔΕΘ. Ακολούθησε την πεπατημένη. Υποσχέθηκε λαγούς με πετραχήλια, όπως ακριβώς έκαναν όλο το προηγούμενο διάστημα και οι προκάτοχοί του. Καμία έκπληξη, λοιπόν, στο ότι υποσχέθηκε ζωή χαρισάμενη, αν τον εκλέξουμε πρωθυπουργό οσονούπω. Μια από τα ίδια έλεγαν και οι πάλαι ποτέ εν δυνάμει πρωθυπουργοί να θυμίσω. Θα περίμενε κάποιος, βέβαια, κάτι διαφορετικό, πόσο μάλλον όταν το νέο και καινοτόμο προβάλλονται ως παντιέρα της πολιτικής στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ. Φευ. Αν και πολύ πιο νέος ο κ. Τσίπρας, ο λόγος του ήταν τόσο μονολιθικός και παλαιοκομματικός που τα πολιτικά ζόμπι εν Ελλάδι έσπευσαν να χειροκροτήσουν την επικράτηση ότι χειρότερου έχει αναδείξει η Μεταπολίτευση: «τάζω το ανέφικτο ως σωτήρας και καταγγέλλω τους πάντες ως αδίστακτους, αν όχι ανόητους».

 Ωστόσο, το ότι επικεντρώθηκε στους οικονομικά ασθενέστερους, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι δεν είναι παράπτωμα. Μην αποτρελαθούμε κιόλας. Η πολιτική δεν μπορεί κι αλλοίμονο αν περιορίζεται μόνο σε δείκτες, ελλείμματα, πλεονάσματα, χρέη. Υπάρχει κι ο παράγοντας άνθρωπος. Η κοινωνία έχει και μια καθημερινότητα πέρα από τις συζητήσεις στο ECOFIN και τις ανακοινώσεις της EΛΣΤΑΤ. Και όπως πολύ σωστά τόνισε κι ένας φίλος πρόσφατα, έστω και παρακινδυνευμένα: «κι η Βραζιλία έχει ρυθμό ανάπτυξης, που πολλοί θα ζήλευαν, αλλά έχει και φαβέλες, ε; Μην ξεχνιόμαστε». Σωστή η παρατήρηση και αιχμηρή, αλλά εδώ δεν διαθέτουμε ούτε καν έναν εύλογο ρυθμό ανάπτυξης να υπενθυμίσω, ούτε έχουμε φτάσει φυσικά σε τέτοια φαινόμενα γκετοποίησης. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να προσέξουμε και να επικεντρωθούμε στη διατήρηση, αν όχι αναβάθμιση του κοινωνικού ιστού. Από αυτή την άποψη, οι εξαγγελίες του κ. Τσίπρα στη ΔΕΘ ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση.

Το πρόβλημα είναι ότι οι πηγές χρηματοδότησης που επικαλείται δεν τεκμηριώνονται. Και το χειρότερο είναι ότι δεν δίνει επί της ουσίας καμία εναλλακτική στο τι πρέπει να αλλάξει για να αυξηθεί η παραγωγική ικανότητα της χώρας. Πώς δηλαδή θα δημιουργήσει ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες; Με αέρα κοπανιστό; Ή μήπως το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα κλείσει ως δια μαγείας; Δυστυχώς δεν υπάρχουν κορόιδα που χαρίζουν λεφτά εσαεί χωρίς όρους, ελέγχους και ρήτρες. Μοιραίες ψευδαισθήσεις, μάλιστα, με όχημα την αναπαλαίωση του κρατισμού, όχι μόνον είναι επικίνδυνες, αλλά και ιδιαίτερα απαγορευτικές πόσο μάλλον σε συνθήκες μιας ούτως ή άλλως παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Η Σοβιέτα μας τελείωσε και ευτυχώς. Δεν ζούμε στην εποχή του Κέινς και είναι απορίας άξιο πώς στα κομμάτια δεν το έχει αντιληφθεί ο κ. Τσίπρας. Στο 2014 είμαστε… Κι όταν μιλάει για έλεγχο από το κράτος των συστημικών τραπεζών, το μήνυμα προς την αγορά, τους δανειστές και τους καταθέτες είναι όχι απλά άσχημο, αλλά και αποτρεπτικό, στο να διατηρήσει κάποιος τα χρήματά του σε ελληνική τράπεζα, αν όχι σκέφτεται να τα επενδύσει στη χώρα αυτή.

Επίσης, ενώ επικαλείται ότι θα αποκαταστήσει τις συντάξεις, θα χαρίσει τα δάνεια, θα αυξήσει τις επενδύσεις, θα δημιουργήσει 300.000 θέσεις, θα πάει τον κατώτατο μισθό στα 751 ευρώ, θα επαναφέρει το αφορολόγητο όριο στα 12.000 ευρώ με κατάργηση μάλιστα των ΤΑΙΠΕΔ, ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗ και ΕΝΦΙΑ, δεν αναφέρει πουθενά και προφανώς σκοπίμως -εκτός κι αν κάποιοι θέλουν να πιστέψουμε ότι είναι ατυχώς αφελής ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που δεν νομίζω- ότι:  
1)Η συναίνεση των εταίρων μας ως προς τη διάθεση 3 δισ. ευρώ του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για τις ρυθμίσεις των κόκκινων δανείων, κάθε άλλο παρά σίγουρη δεν είναι, ιδιαιτέρα όταν αυτή τη στιγμή, δεν συναινούν προς το παρόν ούτε ως προς τη διάθεσή τους για το χρηματοδοτικό κενό της χώρας. 2)Δεν θα είναι εύκολο να αποσπαστούν πόροι του ΕΣΠΑ, αφού είναι ήδη κατανεμημένοι σε άλλα προγράμματα. Αλλά ακόμη κι αν συμβεί κάτι τέτοιο θα απαιτήσει τόσο χρόνο, που ο κ. Τσίπρας απλά δεν διαθέτει για την υλοποίηση έστω του 1/10 των παραπάνω που υπόσχεται. 3)Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής δεν θα αποφέρει αμέσως 3 δισ. ευρώ και οι ρυθμίσεις οφειλών άλλα τόσα (επιπλέον των όσων ήδη αποδίδουν), αν δεν υπάρξει κάποια δομική αλλαγή στους διοικητικούς μηχανισμούς και στην ασκούμενη πολιτική. Αντιθέτως ο κ. Τσίπρας προτείνει επιστροφή στο προ κρίσης μοντέλο με φοροαπαλλαγές μάλιστα ευρείας κλίμακας οι οποίες μάλιστα απαλλάσσουν αυτόματα το 1/3 του πληθυσμού από την άμεση φορολογία (σ’ αυτούς συμπεριλαμβάνεται σχεδόν το σύνολο των ελεύθερων επαγγελματιών), ενώ η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ για την πρώτη κατοικία, απαλλάσσει από το φόρο πάνω 4.000.000 κατοικίες.

Κοινώς τύφλα να ’χει ο ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Αυτός δεν είναι απλά εν δυνάμει πρωθυπουργός, αλλά ο Χαρυ Πόττερ των Οικονομικών. Και άντε ότι βγαίνει το παραπάνω πρόγραμμα, με δεήσεις στο Αγ. Όρος και τις ευλογίες του Πάπα, όταν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης λέει ότι «η απασχόληση θα φέρει ανάπτυξη, όχι η ανάπτυξη την απασχόληση», τί ακριβώς εννοεί; Ο Στίγκλιτς, ο Κρουγκμαν και οι περισσότεροι οικονομολόγοι σηκώνουν τα χέρια ψηλά. Σε τελική ανάλυση η διάκριση μεταξύ επιθυμητού και εφικτού δεν κατέστη δυνατή για τον ΣΥΡΙΖΑ. Διότι το πρόγραμμα που παρουσίασε προϋποθέτει ελεγχόμενο χρέος, μηδενικές δανειακές υποχρεώσεις, αγορές που θα μας λατρεύουν, αν όχι υμνούν, θεαματικά έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και κυρίως μια τζάμπα και βερεσέ Ε.Ε. που θα λειτουργεί χωρίς τους καταναγκασμούς που προκαλεί η κρίση για τις χώρες με ελλείμματα και χρέη.

Όλα αυτά δεν υπάρχουν και είναι απορίας άξιο πώς έστω θα επιτευχθούν, όταν οι απλουστεύσεις πάνε σύννεφο («Δεν με διέκοψε κανείς από τους συνομιλητές μου στο εξωτερικό». Στοιχειώδη ευγένεια λέγεται αυτό κ. Τσίπρα. Δεν συζητούν με τσιρίδες και αφορισμούς ξέρετε, όπως γίνεται στο ελληνικό κοινοβούλιο π.χ.), τα λεκτικά πυροτεχνήματα παίρνουν και δίνουν («Ονομαστική διαγραφή του χρέους με άμεση κατάργηση της λιτότητας». Ούτε ο Τόλκιν του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών δεν διέθετε τόση καλπάζουσα φαντασία. Κι αν εν πάση περιπτώσει είναι τόσο εύκολο, κορόιδα είναι οι άλλοι και γίνονται σάκοι του μποξ; Προφανώς και όχι.), η μη επίγνωση της διεθνούς πρακτικής βγάζει μάτι («Κανείς δεν μου υπέδειξε την έξοδο». Μα δεν χρειάζεται κάποιος, να σας διώξει κλωτσηδόν κ. Τσίπρα. Αυτά μόνο στα γούεστερν γίνονται. Σας ακούν και μετά σας λένε ωραία, ευγενικά κι απλά, ότι ξέρετε «δεν συμπίπτουν οι απόψεις μας» κι άντε μετά να βγάλεις το φίδι από την τρύπα).

Όπως και να ’χει, γεγονός είναι ότι μια βδομάδα τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ καθορίζει την ατζέντα των πολιτικών συζητήσεων, προηγείται των τεσσάρων δημοσκοπήσεων που είδαν το φως της δημοσιότητας μετά τη ΔΕΘ και η κυβέρνηση μετά το επικοινωνιακό στραπάτσο της καθυστερημένης αντεπίθεσης, οφείλει να μιλήσει ξάστερα για τους εφικτούς κοινωνικούς στόχους. Κοινώς ΝΔ-ΠΑΣΟΚ οφείλουν πέραν των εταίρων, της Τρόικας, των αγορών, να πείσουν και τον μέσο Έλληνα ότι οι κόποι του δεν πήγαν χαμένοι, ότι το εισόδημα του είναι εγγυημένο, ότι υπάρχει ελπίδα για τα παιδιά του. Διαφορετικά, ας μου επιτραπεί η παράφραση, αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.

Για τον Αλέξη Τσίπρα μετά το Όστιν του Τέξας, ήρθε το Βερολίνο και η συνάντηση με τον Σόιμπλε, ακολούθησε η επίσκεψη στο Άγιο Όρος, η συμμετοχή στο φόρουμ του ιταλικού ιδρύματος European House – Ambrosetti στο Τσερνόμπιο, ύστερα η συνάντηση με τον ηγέτη των 1,5 δισ. καθολικών σε όλο τον κόσμο, Πάπα Φραγκίσκο, στην Αγία Έδρα. Και φυσικά να μην ξεχάσουμε τη συνάντηση του οικονομικού «εγκεφάλου» του προγράμματος της Κουμουνδούρου Γ. Δραγασάκη και του υπευθύνου για την ανάπτυξη Γ. Σταθάκη, στο Βερολίνο με τον Γεργκ Άσμουνσεν, πάλαι ποτέ εκτελεστικό διευθυντή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεξί χέρι της κας Μέρκελ ή ακόμα-ακόμα και το χρίσμα του «πιθανού πρωθυπουργού» που έλαβε λίαν προσφάτως ο κ. Τσίπρας σε ένα μάλλον φιλικό δημοσίευμα των Financial Times. Είναι ηλίου φαεινότερον ότι η ηγετική ομάδα του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει αντιληφθεί πλήρως ότι η κατάληψη της εξουσίας απαιτεί συμβιβασμούς και κυρίως ανοίγματα σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, πολλές εκ των οποίων βρίσκονται παραδοσιακά στον αντίποδα των ιδεών της αριστεράς του κ. Λαφαζάνη κι άλλων στον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το σενάριο ότι «οι ξένοι φοβούνται τον Τσίπρα» μάλλον ανατρέπεται.

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα παραπάνω και ενόψει τη επικείμενης συνάντησης Σαμαρά-Μέρκελ, το ερώτημα είναι ένα και μάλιστα επιτακτικό: εφόσον όλοι έχουν βάλει λίγο-πολύ νερό στο κρασί τους, αποδέχονται πλέον ότι το μέλλον της χώρας είναι στην Ευρώπη, ότι δεν θέλουν ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, ότι η ρύθμιση του χρέους δεν θα είναι ένα μονόπρακτο έργο, θα αξιοποιηθεί επιτέλους η πολιτική σταθερότητα για να προωθηθεί μια ευρύτερη συνεννόηση για το δέον γενέσθαι ή θα αρκεστούμε σε κοκορομαχίες για το ποιος θα κάνει καλύτερο μνημόσυνο με ξένα κόλλυβα;

Οι εύθραυστες συμμαχίες, οι ρευστοί συσχετισμοί δυνάμεων, οι διάφορες κυβερνητικές ανακατατάξεις δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια για περαιτέρω ταλαντεύσεις μεταξύ ρεαλισμού και λαϊκίστικης σωτηριολογίας. Κοινώς και μιας και τα θρησκευτικά είναι και πάλι της μόδας: ο καιρός γαρ εγγύς για να πάρουμε καθοριστικές αποφάσεις τόσο για το πολιτικό σύστημα, όσο και για το οικονομικό μοντέλο της χώρας. Ας ελπίσουμε, ότι οι αρμόδιοι, αν όχι οι πρωταγωνιστές, θα επιδείξουν σοβαρότητα και θα καταθέσουν σχέδιο για την επίλυση των κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων, αντί απλώς εργαλείων πολιτικής ηγεμονίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: